Tο Iατρείο λειτουργεί μόνο κατόπιν ραντεβού
Η μεσοκολπική επικοινωνία είναι μία οπή ανάμεσα σε δύο κοιλότητες της καρδιάς. Η καρδιά διαιρείται ανατομικά σε τέσσερις κοιλότητες. Τα παιδιά με μεσοκολπική επικοινωνία έχουν μία οπή ανάμεσα στις δύο ανώτερες κοιλότητες που ονομάζονται «κόλποι» (Εικόνα 1). Η παρουσία μίας οπής ενδιάμεσου ή μεγάλου μεγέθους μπορεί να μεταβάλλει την πορεία ροής του αίματος διαμέσου της καρδιάς και αυτό μπορεί να αναγκάσει την καρδιά να εργάζεται εντονότερα από όσο χρειάζεται, με αποτέλεσμα να προκύπτουν διάφορα προβλήματα υγείας.
Εικόνα 1: Η καρδιά διαθέτει τέσσερις κοιλότητες. Οι δύο ανώτερες κοιλότητες ονομάζονται «κόλποι» και οι δύο κατώτερες κοιλότητες ονομάζονται «κοιλίες». Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το αίμα που επιστρέφει στην καρδιά από κάθε σημείο του οργανισμού εισρέει στον δεξιό κόλπο και έπειτα στη δεξιά κοιλία. Από εκεί κατευθύνεται στους πνεύμονες όπου προσλαμβάνει οξυγόνο. Στη συνέχεια, εισρέει στον αριστερό κόλπο και στην αριστερή κοιλία από την οποία εξωθείται σε ολόκληρο τον οργανισμό.
Τα παιδιά με μεσοκολπική επικοινωνία έχουν μία οπή ανάμεσα στον δεξιό και τον αριστερό κόλπο, γεγονός που μεταβάλλει την πορεία ροής του αίματος διαμέσου της καρδιάς.
Κάθε παιδί με μεσοκολπική επικοινωνία έχει γεννηθεί με αυτή. Συγκεκριμένα, η μεσοκολπική επικοινωνία αντιστοιχεί στο 10% έως 15% των περιστατικών συγγενούς καρδιοπάθειας, με αναφερόμενη συχνότητα της τάξης του 1 έως 2 κατά τη γέννηση ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων. Η αναφερόμενη συχνότητα της μεσοκολπικής επικοινωνίας έχει αυξηθεί λόγω ευρύτερης χρήσης του υπερηχοκαρδιογραφήματος κατά τη νεογνική περίοδο.
Σε ορισμένα περιστατικά, η μεσοκολπική επικοινωνία συνυπάρχει με άλλα καρδιακά προβλήματα, όπως π.χ. μεσοκοιλιακή επικοινωνία και δυσπλασία μιτροειδούς βαλβίδας.
Τα περισσότερα βρέφη και παιδιά με μεσοκολπική επικοινωνία δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Στα περιστατικά αυτά, η υποψία μεσοκολπικής επικοινωνίας τίθεται όταν ο γιατρός ακροαστεί με το στηθοσκόπιο ένα καρδιακό φύσημα στον έλεγχο ρουτίνας.
Τα συμπτώματα αποτελούν ασυνήθιστο φαινόμενο στα βρέφη και στα παιδιά με μεσοκολπική επικοινωνία, εκτός εάν αυτή είναι πολύ ευμεγέθης. Στα περιστατικά αυτά μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας. Στα βρέφη τα συμπτώματα αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ταχύπνοια, απώλεια του ενδιαφέροντος για το φαγητό και μη φυσιολογική πρόσληψη βάρους. Στα παιδιά τα συμπτώματα αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν δύσπνοια, εύκολη κόπωση και αναπτυξιακή καθυστέρηση.
Μία μεσοκολπική επικοινωνία ενδιάμεσου ή μεγάλου μεγέθους που δεν εντοπίζεται έγκαιρα, μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα στη μετέπειτα ζωή, συνήθως στην ηλικία των 40 ετών. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν:
Αίσθημα παλμών, δηλαδή αντίληψη του καρδιακού παλμού λόγω ταχυκαρδίας ή έκτακτων συστολών.
Δυσανεξία στη σωματική δραστηριότητα. Τα άτομα με μεσοκολπική επικοινωνία μπορεί να κουράζονται εύκολα ακόμα και με τις καθημερινές δραστηριότητες.
Δύσπνοια.
Κυάνωση, δηλαδή μπλε χροιά του δέρματος και των βλεννογόνων.
Τα άτομα με μεσοκολπική επικοινωνία που έχει αφεθεί χωρίς θεραπεία διατρέχουν μικρό κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο στη μετέπειτα ζωή.
Με τη βοήθεια του υπερηχοκαρδιογραφήματος, η μεσοκολπική επικοινωνία μπορεί να εντοπιστεί κατά τη διάρκεια της κύησης ή σύντομα μετά τη γέννηση. Όμως, αυτό δεν συμβαίνει πάντα, γιατί η μεσοκολπική επικοινωνία δεν είναι πάντα ανιχνεύσιμη με το υπερηχοκαρδιογράφημα και τα περισσότερα νεογνά δεν παρουσιάζουν συμπτώματα που παραπέμπουν σε μεσοκολπική επικοινωνία.
Θα πρέπει να αναζητήσετε ιατρική βοήθεια εάν βρέφος ή το παιδί σας:
Φαίνεται να έχει χάσει το ενδιαφέρον του για το φαγητό.
Δεν προσλαμβάνει βάρος ή δεν αναπτύσσεται εξίσου γρήγορα με τα άλλα παιδιά.
Αναπνέει γρήγορα ή με δυσκολία.
Παραπονεθεί ότι η καρδιά του χτυπάει γρήγορα.
Αισθάνεται έντονη κόπωση ή δύσπνοια κατά τη σωματική δραστηριότητα.
Εάν ο γιατρός σας υποψιάζεται την παρουσία μεσοκολπικής επικοινωνίας, μπορεί να ζητήσει υπερηχοκαρδιογράφημα. Με τη μέθοδο αυτή μπορεί να μετρηθεί το μέγεθος της οπής στην καρδιά του παιδιού σας και να εντοπιστεί με ακρίβεια η θέση της καθώς και τυχόν άλλα καρδιακά προβλήματα.
Εάν η μεσοκολπική επικοινωνία είναι μικρή, ο γιατρός μπορεί να περιμένει να κλείσει αυτόματα. Όσο μικρότερη είναι η μεσοκολπική επικοινωνία τόσο υψηλότερες οι πιθανότητες αυτόματης σύγκλεισης, οι οποίες ισούνται περίπου με 86% για μεσοκολπική επικοινωνία διαμέτρου 4 έως 5 mm. Αυτόματη σύγκλειση των μικρών μεσοκολπικών επικοινωνιών συνήθως παρατηρείται μέχρι την ηλικία των 2 έως 5 ετών.
Οι μεσοκολπικές επικοινωνίες ενδιάμεσου ή μεγάλου μεγέθους έχουν μικρότερες πιθανότητες αυτόματης σύγκλεισης, αλλά εάν η μεσοκολπική επικοινωνία δεν προκαλεί συμπτώματα, οι γιατροί συνήθως περιμένουν μέχρι το παιδί να γίνει 2 ετών πριν προβούν σε σύγκλειση. Αυτό συμβαίνει γιατί στα περιστατικά αυτά εξακολουθεί να υπάρχει μία μικρή πιθανότητα αυτόματης σύγκλεισης. Εάν η μεσοκολπική επικοινωνία προκαλεί συμπτώματα, δεν μεσολαβεί περίοδος αναμονής και η σύγκλειση πραγματοποιείται αμέσως με:
Διαδερμική μέθοδο – Πραγματοποιείται με τοπική νάρκωση και ήπια καταστολή χρησιμοποιώντας ειδικούς καθετήρες προκειμένου να εμφυτευθεί στην καρδιά μία ειδική συσκευή που ονομάζεται «ομπρέλα».
Καρδιοχειρουργική επέμβαση για απλή συρραφή της οπής εάν αυτή είναι μικρή. Στις μεγαλύτερες οπές μπορεί να χρησιμοποιηθεί ιστός από περικάρδιο σαν εμβάλωμα.
ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΩΝ
Οι πληροφορίες που περιέχονται στον παρόντα ιστότοπο είναι μόνο για εκπαιδευτικούς και ενημερωτικούς σκοπούς και δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο συμβουλής ενός κατάλληλα εκπαιδευμένου και εξουσιοδοτημένου ιατρού ή άλλου φορέα παροχής υγειονομικής περίθαλψης.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθούν ως ιατρική συμβουλή. Θα πρέπει πάντα να συμβουλεύεστε τον ιατρό σας.